lanzada - ορισμός. Τι είναι το lanzada
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι lanzada - ορισμός


lanzada         
sust. fem.
1) Golpe que se da con la lanza.
2) Herida que con ella se hace.
3) Unidad usual para la venta de adobes, y que consta de 220 de estos.
sust. fem.
Movimiento que se enseña al caballo, obligándole a saltar hacia adelante sobre las patas traseras con los brazos en el aire.
lanzada         
Sinónimos
sustantivo
lanzada         
I
lanzada1
1 f. Pinchazo dado o herida producida con la lanza.
2 Unidad adoptada para la venta de *adobes, consistente en doscientos veinte de éstos.
V. "a moro muerto, gran lanzada".
II
lanzada2 (de "lanzar") f. Equit. Movimiento que se hace realizar al caballo, consistente en saltar con las patas traseras manteniendo las delanteras en el aire.

Βικιπαίδεια

Lanzada
Lanzada es una localidad y comune italiana de la provincia de Sondrio, región de Lombardía, con 1.440 habitantes.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για lanzada
1. Hubo gente que salió muy lanzada y después no llegó.
2. ON tras la opa lanzada por Gas Natural sobre Endesa.
3. Una salida puede ser la propuesta lanzada por Medvédev.
4. Cristina no será lanzada con la estética peronista del conurbano.
5. P. ... reinventando el sea-mail, la botella lanzada al mar...
Τι είναι lanzada - ορισμός